Μια κοπέλα αναγκάζεται να φύγει με την οικογένειά της από την Οδησσό του 1918. Την ίδια περίοδο, ένας άντρας πολεμάει στο μέτωπο της Μακεδονίας και γνωρίζει τον έρωτα στα μάτια μιας νοσοκόμας. Οι ζωές τους όμως θα ενωθούν αναπάντεχα και τίποτα δε θα είναι ξανά το ίδιο. Ο έρωτας κι ο πόλεμος είναι πάντα δυο θηρία αντιμέτωπα, ποιος από τους δύο θα νικήσει;
Βιβλίο Σκόνη στον χρόνο
Συγγραφείς Γιάννης Γλύκας
Κατηγορία Ρομαντικό μυθιστόρημα / Ιστορικό μυθιστόρημα
Εκδότης Πνοή
Συντάκτης: Πάνος Τουρλής
Ο Γιάννης Γλύκας έγραψε ένα συναρπαστικό χρονικό των κρίσιμων για την ελληνική Ιστορία δεκαετιών 1910-1920 και έριξε στη λαίλαπα των γεωπολιτικών και κοινωνικών αλλαγών δύο νέους ανθρώπους με όνειρα, φιλοδοξίες και προσδοκίες. Το κείμενο ισορροπεί ανάμεσα στο ιστορικό και στο ρομαντικό είδος, χωρίς να υπηρετεί πιστά κανένα από τα δύο, διαγράφοντας έτσι μια φρέσκια και διαφορετική πλοκή γεμάτη εκπλήξεις και κυρίως δένοντας με έξυπνο τρόπο τις επιμέρους ιστορίες. Η Ρωσική Επανάσταση, ο Εθνικός Διχασμός, η έξοδος της Ελλάδας στον πόλεμο, η γενοκτονία των Ποντίων, η μικρασιατική εκστρατεία και η καταστροφή της Σμύρνης είναι το φόντο της δράσης του μυθιστορήματος και ζωντανεύουν μέσα από σύντομες αφηγήσεις, αντιπαράθεση απόψεων με όχημα τους λιτούς διαλόγους, λίγα και βασικά πραγματολογικά στοιχεία, όλα τους αναπόσπαστα και φυσιολογικά ενταγμένα στη ροή της αφήγησης. Ταυτόχρονα, η ερωτική ιστορία του Δημήτρη και της Αριάδνης είναι προσεκτικά σχεδιασμένη, χωρίς κλισέ και αναδεικνύει μέσα από ενδιαφέρουσες εξελίξεις όχι μόνο τα συναισθήματά τους, τα εμπόδια που γνωρίζουν, τους εχθρούς που πολεμάνε αλλά και το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής μέσα από ένα αναπάντεχο και συγκινητικό τέλος.
Στην Οδησσό του 1916 και συγκεκριμένα στην καρδιά της ελληνικής συνοικίας ζει η οικογένεια Λιβαδά. Ο πατριάρχης Γεώργιος είναι έμπορος ασημιού και κάτοχος μεταλλείων αργύρου στον Καύκασο και στη Μαύρη Θάλασσα ενώ εμπορεύεται επίσης αγροτικά προϊόντα από τα κτήματα της γυναίκας του, Θάλειας Κεσόγλου. Η μοναχοκόρη τους, Αριάδνη, δυσανασχετεί με τα σαχλά και κακομαθημένα πλουσιοκόριτσα της τάξης της και έχει για καλύτερή της φίλη την ψυχοκόρη τους, Γεωργία, μια κοπέλα που την έχουν μορφώσει και την προσέχουν. Η μητέρα είναι υπερπροστατευτική και ο πατέρας είναι κατά βάση απών, αφού δουλεύει συνέχεια και αφιερώνεται στις υποθέσεις του. Η Αριάδνη αναγκάζεται να ξεκινήσει τις κοινωνικές εξόδους στον κύκλο τους αλλά προτιμά να συζητά για τις τρέχουσες πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις, παρ’ όλο που ο πατέρας της της απαγορεύει να διαβάζει εφημερίδες. Η κοπέλα θέλει να ενημερώνεται, να έχει άποψη, να εκφράζει τη γνώμη της, εξ ου και εκφράζει έντονες αντιρρήσεις όταν έρχεται η στιγμή να την παντρέψουν οι γονείς της με κάποιον που αντιπαθεί. Με την αστάθεια της χώρας να αυξάνεται και τον πληθωρισμό στα ύψη, με την Ουκρανία να μεταμορφώνεται, ο Λιβαδάς νιώθει πως τα πράγματα πλέον δεν είναι καλά κι έτσι ξεπουλάει όση περιουσία του απέμεινε και παίρνει την οικογένειά του στη Χίο για μια νέα αρχή.
Στο νησί ζει ο Δημήτρης Σουμελίδης, γιος επιφανούς εφοπλιστή, απόφοιτος του Εμπορικού Τμήματος της Σχολής της Χίου, που εργάζεται ως υπεύθυνος λογιστηρίου στα Ταμπάκικα. Ο νεαρός, μετά την επιστράτευσή του στους Βαλκανικούς πολέμους θέλει να πολεμήσει για την απελευθέρωση του νησιού του από τους Τούρκους και να μη συνεχίσει τις σπουδές του ούτε να αναλάβει μεγάλες θέσεις, οπότε κάνει επ’ αυτού σχέδια με τον αδελφικό του φίλο, Μανώλη Ζερβό, εργάτη σε βιοτεχνία τούβλων. Η διαφορετική κοινωνική τους τάξη δεν εμπόδισε την αγνή φιλία τους και ο Δημήτρης προσπαθεί να βοηθήσει όπως μπορεί τον φίλο του που παντρεύεται και ετοιμάζεται ν’ αποκτήσει παιδί. Όταν επιτέλους η Ελλάδα βγαίνει στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, οι δυο νέοι θα καταταγούν για να πολεμήσουν τους Γερμανοβούλγαρους. Η σκληρή η ζωή στο μέτωπο αντιδιαστέλλεται με τις ελάχιστες μέρες ανάπαυλας στην κοσμική Θεσσαλονίκη, όπου η νοσοκόμα Αμαλία Τόμσον είναι το καταφύγιο του Δημήτρη από τη λαίλαπα που μαίνεται γύρω του. Ο Δημήτρης και η Αμαλία θα κάνουν σχέδια για ένα καλύτερο αύριο, χωρίς να βλέπουν τα σύννεφα της μικρασιατικής εκστρατείας να μαζεύονται από πάνω τους.
Έτσι ξεκινάει ένα από τα πιο καλογραμμένα και ενδιαφέροντα μυθιστορήματα που έχω διαβάσει ως τώρα, με ολοκληρωμένους χαρακτήρες, μελετημένο ιστορικό πλαίσιο και ρεαλισμό. Μου άρεσε πολύ ο τρόπος που ζωντανεύουν τέσσερις βασικές πόλεις, τόσο αντίθετες και ταυτόχρονα τόσο ίδιες μεταξύ τους. Η Οδησσός με το μνημείο του Ρισελιέ, τις σκάλες Πριμόρσκι, την όπερα, που ηλεκτροδοτήθηκε από τα τέλη του 19ου αιώνα επί δημαρχίας Γρηγορίου Μαρασλή και την εντυπωσιακή τρυφηλή ζωή της αστικής τάξης σε μια περίοδο κοινωνικών αναταραχών, επαναστάσεων και δολοφονιών. Η Θεσσαλονίκη του 1917 γεμάτη Έλληνες, Άγγλους και Γάλλους που γυμνάζονται και εκπαιδεύονται για το μέτωπο όσο το περίφημο ζέπελιν ίπταται πάνω από την πόλη, με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Μορίς Σαράιγ να κερδίζουν τον θαυμασμό και τις εντυπώσεις, με τα κομψά ξενοδοχεία Σπλέντιτ και Όλυμπος Παλάς και άλλα αγαπημένα τοπόσημα. Η Σμύρνη με την Μπελαβίστα και τα Γυαλάδικα, το Ρολόι και το Και, τον Φραγκομαχαλά και την Πούντα, όπου θα ζωντανέψει η καταστροφή με συγκροτημένο τρόπο και χωρίς τις κοινοτοπίες της πλοκής που συναντάμε σε άλλα μυθιστορήματα που αναφέρονται στην ίδια περίοδο. Τέλος, η Χίος με τον Κάμπο και τα Μαστιχοχώρια, με τον Καινούριο Δρόμο και τα Ταμπάκικα, με τη Δασκαλόπετρα και τη μεθυστική μυρωδιά της μαστίχας και των λεμονιών.
Όπως έγραψα και πριν, οι παράλληλες ιστορίες του Δημήτρη και της Αριάδνης κάποια στιγμή τέμνονται, όταν πλέον έχουν τεθεί γερά οι βάσεις της πλοκής κι αναρωτιόμουν πώς θα αλλάξουν κάποια πράγματα στη ζωή τους αν και εφόσον υποκύψουν στον έρωτα που θα γεννηθεί ανάμεσά τους. Ο συγγραφέας κατάφερε με έξυπνο τρόπο και χωρίς υπερβολές να κρατήσει όλους τους χαρακτήρες μαζί, τέμνοντας την πορεία τους σωστά και με τρόπο που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον ενώ ταυτόχρονα φέρνει κοντά μας καινούργιους, απαραίτητους για να προχωρήσει η ιστορία παρακάτω. Στρωτή γραφή, σύντομοι και ζωντανοί διάλογοι, ρεαλισμός, μελετημένο και προσεγμένο ιστορικό, κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο κρατάνε αμείωτο το ενδιαφέρον. Αυτός ο τρόπος γραφής μάλιστα με κράτησε χωρίς να προσπερνώ σελίδες στο τρίτο μέρος, που διαδραματίζεται στη Σμύρνη, για την οποία έχω διαβάσει χιλιάδες βιβλία. Επίσης, το τέλος με συγκίνησε και μου έδειξε το μεγαλείο ψυχής κάποιων ανθρώπων, ειδικά αυτών που έχουν αγαπήσει πολύ στη ζωή τους και μ’ έπιασε εξ απήνης, μιας και, μόλις συνήλθα από το κλάμα, ήρθε κάτι άλλο να μου κλείσει το μάτι, να με γεμίσει αισιοδοξία και να μου χαρίσει ένα «λες να;».
«Σκόνη στον χρόνο» είναι ο άνθρωπος, λίγη σκόνη αλλά και αγάπη. Αγάπη σαν αυτή που νιώθεις για τον άλλον κι όχι σαν αυτή που νιώθει εκείνος για σένα, αυτό είναι το σωστό, αυτή και η σειρά. Ο Δημήτρης, η Αμαλία, η Αριάδνη θα ζήσουν έναν έρωτα με μυρωδιά από μανταρίνι, μαστίχα και ιώδιο που κατά καιρούς τον καλύπτει το μπαρούτι του πολέμου που ρίχνει κάθε φορά όλους τους ήρωες του μυθιστορήματος και σε νέα δεινά. Ένα καλογραμμένο, ενδιαφέρον, ανατρεπτικό και τρυφερό μυθιστόρημα που με γέμισε εικόνες και συναισθήματα.