15021

Η Αγγελική είναι δώδεκα χρόνια παντρεμένη με τον Κώστα, εργαζόμενη μητέρα δίδυμων πεντάχρονων αγοριών, του Νίκου και του Σταύρου κι έτσι το άγχος της επιβίωσης γίνεται δυσβάσταχτο. Οι τρεις κολλητές της έχουν τα δικά τους προβλήματα, ο Κώστας έχει κρίσεις άγχους με τη φαλάκρα του, ο πατέρας της ανακαλύπτει το tiktok, η ίδια βρίσκεται και πάλι σε ψυχολογικά και συναισθηματικά αδιέξοδα και μέσα σε όλα αυτά κάποιος της στέλνει παρενοχλητικά μηνύματα στο facebook. Σεξ στις 30 του Φλεβάρη λοιπόν κι αυτό υπό συζήτηση με τόσα που γίνονται!

Βιβλίο Σεξ στις 30 του Φλεβάρη 
Συγγραφέας Αύγουστος Κορτώ
Κατηγορία Χιούμορ / Κοινωνικό μυθιστόρημα 
Εκδότης Πατάκης
Συντάκτης: Πάνος Τουρλής

Ο Αύγουστος Κορτώ ξαναρίχνει την Αγγελική του σε περιπέτειες και δημιουργεί για άλλη μια φορά ένα άκρως ρεαλιστικό περιβάλλον γεμάτο στρες, απορίες, δυσκολίες, ζητήματα που έχουν απασχολήσει όλους μας κατά καιρούς ή εξακολουθούν να μας βασανίζουν και αναμιγνύει το χιούμορ που φέρνει δάκρυα στα μάτια με τη συγκίνηση και τον προβληματισμό για τα ζητήματα που τίθενται επί τάπητος. Με αφορμή τα όσα συνέβησαν μεταξύ τους στο προηγούμενο βιβλίο, ο Κώστας έχει έντονη επιθυμία να κάνουν και τρίτο παιδί, κάτι που κάνει έξαλλη την Αγγελική που ξέρει τις πρακτικές δυσκολίες και τα προβλήματα από κάτι τέτοιο («πάντα η γυναίκα τρώει το καψόνι της αναπαραγωγής»). Η Αγγελική έχει κλατάρει: «…είμαι εργαζόμενη μάνα εξάχρονων και το μυαλό μου είναι καμένο σαν την κρούστα της κρεμ μπρουλέ, με δυο νευρώνες λειτουργώ» (σελ. 12). Δε θέλει ούτε να σκεφτεί το ενδεχόμενο να ξαναπεράσει ό,τι πέρασε μεγαλώνοντας τα δίδυμα («τα ξώγαμα του Κθούλου», «οι μονοζυγωτικοί Παράφρονες του Αζκαμπάν», «ελάχιστα πιο ευαίσθητα από Τσέτες στη Σμύρνη»), εκ των οποίων ο Νίκος είναι ο αισχρότερος ψεύτης από τους δύο και ο Σταύρος «έχει χάρισμα στην αποστήθιση ενήλικης πληροφορίας, εφόσον τον συμφέρει». Τους διαβάζει Χάρι Πότερ «και μετά κλάνουν σαραγλάκια και θέλουν να κοιμούνται μαζί μας»! Από τότε που ξεκίνησαν την Α΄ Δημοτικού στα Εκπαιδευτήρια Αργοναύτες, η Αγγελική φοβάται πως ο διευθυντής θα τους έστελνε στον εισαγγελέα «για αυτεπάγγελτη τεκνοθεσία από νορμάλ ζευγάρι», αλλά «τα κερατόπαιδα» στο σχολείο είναι Παναγίτσες! Τελικά, μια ζωγραφιά ταράζει τον διευθυντή και τη δασκάλα τους και η Αγγελική αρχίζει νέο γύρο «ανακρίσεων» και νουθεσιών στα βλαστάρια της. «Κανονικά πρέπει να τον επιπλήξω αλλά προτιμώ να τα ανέχομαι όλα μέχρι να φτάσουν στην εφηβεία, όπου συμβαίνουν τα σωστά και τίμια ψυχικά τραύματα» (σελ. 36). Πόσες αλήθειες μέσα στο κείμενο: «…όποιος θέλει να ζήσει σ’ έναν κόσμο ατόφιας λογικής καλό είναι να μην κάνει παιδιά» (σελ. 19) και κυρίως: «Είμαστε όλοι γρανάζια μιας μηχανής που βγάζει κακομαθημένα» (σελ. 65). Από την άλλη, διαβάζεις τόσο όμορφα λόγια για την ύπαρξη ενός παιδιού στη ζωή σου που λυγίζεις από την αγάπη που ποτίζει τις σελίδες: «Παιδί: ένα βουνό από κάρβουνο, που σκάβεις ασταμάτητα, ώσπου γίνεσαι κατράμι και δεν μπορείς να πάρεις ανάσα απ’ την καρβουνόσκονη, γιατί στο βάθος του βουνού βρίσκεται το ομορφότερο διαμάντι» (σελ. 169).

Ταυτόχρονα, ο Κώστας, του οποίου «Η χοληστερίνη του πρέπει να είναι ήδη ορατή από δορυφόρους», «Είναι σε ακραία άρνηση ηλικιακής γκαβομάρας, όχι, δεν έχει πρεσβυωπία, δε χρειάζεται γυαλιά, κι έτσι κρατούσε το βιβλίο στο ένα μέτρο κι επειδή πρόκειται για γκουμούτσα, τρέμανε τα χέρια του» (σελ. 25). Και φυσικά: «Τυπική αντρική μονομανία: το σεξ για τα ενήλικα αρσενικά είναι ό,τι το γλυκό για τα αγοράκια…δεν μπορούσαν να το τρώνε πρωί, μεσημέρι και βράδυ» (σελ. 27). Και να επιμένει: «Θέλει τη φωλίτσα του. Το λαγούμι του. Το χνουδωτό πορτοφολάκι του»! Κι έτσι η Αγγελική βρέθηκε να είναι και πάλι η κακιά, η απρόσιτη: «Ο αντρούλης μου δεν έλεγε να καταλάβει ότι η ομορφιά του πυροτεχνήματος είναι η προσωρινότητά του» (σελ. 29). Η απωθημένη πίκρα του Κώστα για τη νέα περίοδο αποχής (επιστροφή στη δουλειά, τα παιδιά ξεκινάνε ιδιωτικό σχολείο) παίρνει παρανοϊκές διαστάσεις: η Αγγελική έχει γκόμενο! Μήπως να αρχίσουν τα παιχνίδια ρόλων ή τα βοηθήματα, π.χ. τους δονητές; «-Για ποιον θα προορίζεται ο δονητής; -Αγάπη μου γλυκιά, φοβήθηκε ότι θα τον βατέψω! Ο κώλος του κατέβασε στόρια» (σελ. 73). Κι εκεί που γελάς διαβάζεις αυτό και γεμίζεις προβληματισμό: «Ορισμένοι γάμοι είναι σαν τρύπια βρακιά: κοιτάς την τρύπα κι αναρωτιέσαι: Τι το κρατάνε; Γιατί δεν το πετάνε; Ένα βρακί, ωστόσο, μπορεί να παραμένει βολικό κι ας είναι τρύπιο -αν το ‘χεις συνηθίσει… Επιπλέον, κανείς δεν ξέρει αν το βρακί του δικού του γάμου έχει τρυπήσει, παρά μόνον αν ξηλωθεί δραματικά και δεν φοριέται» (σελ. 128).

Αν στρέψουμε τώρα τη ματιά μας στο περιβάλλον της πρωταγωνίστριας, θα διαπιστώσουμε πως και οι δικοί της άνθρωποι έχουν κάτι προβληματάκια στις ζωές τους! Ο πατέρας της Αγγελικής ήταν για δεκαετίες ένας από τους πιο γνωστούς ραδιοφωνικούς παραγωγούς στην Ελλάδα και μορφή του ελληνικού πενταγράμμου, οπότε διάσημοι τραγουδιστές και συνθέτες μπαινόβγαιναν στο σπίτι. Είναι γκατζετάκιας και με λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου ποστάρει τραγούδια, αναμνήσεις από τα νυχτερινά κέντρα, νοσταλγικές μπουμεριές κι αυτό τον κρατά νέο, ζωντανό, δραστήριο. Δυστυχώς ανακάλυψε το tiktok και άνοιξε κανάλι με τίτλο «Ο παππούς τα δίνει όλα», όπου χορεύει τα πάντα σα μαινάδα, ένα θέαμα ακαταμάχητο για τους χιλιάδες ακολούθους του, προκαλώντας εγκεφαλικά στη γυναίκα του, μια μάνα «τρυφερή σαν τον Στάλιν κι εκδηλωτική σαν τον Στάλιν αφού πέθανε»! Η Αγγελική αγωνίζεται ν’ αποβάλλει τις συνέπειες από την τοξικότητά της στον ψυχισμό της: «…είμαι πλέον ενήλικη, ανεξάρτητη, ελεύθερη απ’ την ψυχική μου συννεφιά που με πλάκωνε μεγαλώνοντας με μια μάνα σαν τη δική μου» (σελ. 127). Η μάνα της είναι «…μια γυναίκα που, ενώ αγαπώ από χρέος -έστω και αν η αγάπη μου δεν έχει ψίχα, μεδούλι, ουσία- δεν κατάφερα ποτέ να συμπαθήσω, γιατί, πώς να το κάνουμε, είναι αντιπαθέστατη» (σελ. 129). Προσοχή στον ρόλο που παίζουν οι γονείς στις ζωές μας: «Τους άντρες, φυσικά, τους κάνουν ανεπρόκοπους οι μανάδες τους… ο άλλος δεν νογάει και κάνει μισές δουλειές. -Κώστα μου, αφού σφουγγαρίσεις τα μάρμαρα, χύσε νερό…Κάιρο» (σελ. 185).

Η Νατάσα, παρουσιάστρια και τηλεπερσόνα, κάνει συνεδρίες με ψυχαναλύτρια «ώστε να μπορεί να γκρινιάζει χωρίς να νιώθει γκρινιάρα», η Μανταλένα κατάφερε να ξεκολλήσει από την πρώην της, τη Θοδώρα, και τώρα τα ‘φτιαξε με την Τζίνα, μια πενηντάρα τρανς, ιδιοκτήτρια κομμωτηρίου στην Κηφισιά, οπότε δε βλέπει μπροστά της από τον έρωτα και η Ελίζα, «το σιγανό μας ποταμάκι», μετά την αποκάλυψη του πρώην συζύγου της, αρχίζει να βγαίνει αποκλειστικά με γιατρούς. Αυτά και άλλα πρόσωπα αποτελούν τον κύκλο της ηρωίδας του βιβλίου και ο καθένας τους βιώνει και μια διαφορετική καθημερινότητα, οπότε ο συγγραφέας βρίσκει άφθονο χώρο για ενδιαφέρουσες ιστορίες που προκαλούν γέλιο και ταυτόχρονα συγκίνηση. Μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση της Αγγελικής ζούμε καταστάσεις της διπλανής πόρτας, αληθινές, οικείες, άκρως ρεαλιστικές και καθόλου παρατραβηγμένες. Το βιβλίο κυλάει και φεύγει σα νεράκι, με το χιούμορ να έχει την πρωτοκαθεδρία κι όσο εξελίσσονται τα τραγικωμικά γεγονότα δε γίνεται να μη θαυμάσεις και πάλι την αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα και την ικανότητά του να μπαίνει σωστά και ταιριαστά στη θέση των ηρώων του αλλάζοντας τακτικά «προσωπεία» και χαρίζοντας έτσι δυνατές εικόνες και αληθινά ψυχογραφήματα. «Η ειρωνεία είναι συγκαλυμμένη επιθετικότητα», σύμφωνα με τον Κώστα, και στο μυθιστόρημα υπάρχει άφθονη, οπότε ο συγγραφέας μάλλον έχει γίνει έξαλλος με την κοινωνία και τα σημερινά στραβά της, άδικο έχει; Άλλωστε, σύμφωνα με την Αγγελική: «…απ’ τις διαθέσιμες μορφές επιθετικότητας, αυτή είναι μακράν η προτιμότερη»! Το χιούμορ είναι ο καλύτερος τρόπος να παλέψεις με τους δαίμονές μας και είναι απαραίτητο στη ζωή μας γιατί: «…η λογική μας δεν είναι φτιαγμένη από τσιμέντο όπως θέλουμε να πιστεύουμε αλλά από φελιζόλ, που όλο μαδάει» (σελ. 122).

Επιπλέον, σε αυτό το μυθιστόρημα θίγεται με διακριτικότητα και σεβασμό το ζήτημα του stalking, μιας και η Αγγελική αρχίζει να δέχεται μηνύματα από έναν άγνωστο που της μιλάει ευγενικά, όμορφα, δε ζητάει σεξ ούτε στέλνει προστυχιές, παρ’ όλ’ αυτά όμως το γεγονός ότι σχολιάζει το ντύσιμό της και άλλα πράγματα δημιουργούν έναν φόβο (πότε την είδε, ποιος είναι, πόσο καλά την ξέρει; ). Προσπαθώντας να καταλάβει ποιος είναι φτάνει σε κάποια συμπεράσματα κι αυτό της δημιουργεί έναν κύκλο ανασφαλειών και ιδιαίτερων ερωτήσεων γύρω από το αν αξίζει ακόμη ως γυναίκα, αν αυτός που της στέλνει τα μηνύματα είναι όντως τόσο διακριτικός ή κάποια στιγμή θα ξεφουρνίσει τι πραγματικά θέλει και πολλά άλλα ζητήματα. Και à propos, η Αγγελική εργάζεται σε εφημερίδα που φυσικά έχει και ηλεκτρονική παρουσία, οπότε εδώ απλώνεται πεδίο ατάκας λαμπρό, για τον κόσμο των μέσων ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, για πολιτικούς (από Κασσελάκη μέχρι Μιμή), για ειδήσεις από το αστυνομικό δελτίο, για σημαντικές και διαχρονικές καίριες κοινωνιολογικές παρατηρήσεις: «Ελάχιστοι μπορούν να αντισταθούν στη σαγήνη του βάιραλ. Από τότε που όλοι μας σχεδόν εθιστήκαμε στο να τραβάμε την προσοχή και να εισπράττουμε την επιδοκιμασία ξένων, η ιδέα να δίνεις πρώτη είδηση, πρώτο θέαμα, να μαγνητίσεις χιλιάδες ή εκατομμύρια μάτια, είναι μεθυστική» (σελ. 122).

Στο «Σεξ στις 30 του Φλεβάρη» θίγονται και πάλι καίρια σύγχρονα ζητήματα, όπως η καθημερινότητα της μέσης σύγχρονης γυναίκας, με τις ανασφάλειες, τον φόβο, το άγχος, τη ρουτίνα, τη στασιμότητα, τα σπασμένα νεύρα, την κούραση. Ο συγγραφέας δεν καταφεύγει σε υπερβολές ή παρατραβηγμένες περιγραφές που να εκβιάζουν το γέλιο, μιας και αυτό βγαίνει αυθόρμητα χάρη στις γλωσσοπλαστικές ατάκες και στην τραγικωμικότητα των καταστάσεων που βιώνουν όλοι οι χαρακτήρες, εξ ου και μουδιάζεις όταν διαπιστώνεις πόσο αληθινές και ρεαλιστικές είναι αυτές και κυρίως ότι κάλλιστα θα μπορούσαν να τύχουν και σε σένα. Με συγκίνησε η ευαίσθητη ματιά του συγγραφέα σε κάθε λογής ζητήματα και με εντυπωσίασε η αλήθεια που κρύβουν τα λόγια του, στοιχεία που προσδίδουν μια προσωπικότητα που παρακολουθεί τα πάντα και επηρεάζεται από αυτά ως άνθρωπος, ως άντρας («Ποτέ στην ιστορία δεν υπήρξε ούτε μία γυναίκα τόσο υστερική όσο ο μέσος άντρας», σελ. 75), ως σύζυγος κι ο ίδιος («…το να είσαι τόσα χρόνια μ’ έναν άνθρωπο που λατρεύεις και σε λατρεύει αξίζει όσο όλα τα φλογερά γαμήσια του κόσμου», σελ. 75). Προσέξτε: «Πόσο εύκολα πετάμε τη λέξη ανέραστος, όταν ο άλλος είναι απόμακρος, δύστροπος, ψυχρός ή ακόμα κ άχαρα ντυμένος Στην πραγματικότητα, ο άνθρωπος που τόσο επιπόλαια κρίνουμε μπορεί να απολαμβάνει την ερωτική ζωή του Δία…». Και το αγαπημένο μου: «Τι κάνεις αν έχεις κόρη; Της μαθαίνεις μαγειρική και την τέχνη της φασίνας ή έτσι νικάει η πατριαρχία; Υποθέτω ότι της καλλιεργείς την πεποίθηση ότι, αν το σπίτι ζέχνει, και στην κουζίνα δεν υπάρχει φαΐ, η ευθύνη είναι και των δύο, ότι κι οι άντρες έχουν χέρια» (σελ. 184). Αυτήν τη φορά ο συγγραφέας δε διστάζει να τσαλακωθεί βάζοντας τον εαυτό του στο βιβλίο με τέτοιο τρόπο που δεν μπορούσα να σταματήσω να γελάω κι επίσης βάζει υπαρκτά σημαντικά πρόσωπα της ζωής του να παίξουν έναν ρόλο στις εξελίξεις.

Ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες («Άραγε το φορητό σκουπάκι για τη σκόνη είναι ενδεδειγμένο για σπιτική έκτρωση;», σελ. 168), τρανς και queer θεματολογία, σχέσεις γονιών και παιδιών και γονιών μεταξύ τους, οι μεταγενέστερες συνέπειες της πρόχειρης διατροφής, σεξουαλική παρενόχληση, το σεξ στη μέση ηλικία, το πλούσιο σε βωμολοχίες λεξιλόγιο των πεντάχρονων, άγχη, προσδοκίες, απογοήτευση, ρουτίνα, όλα περνάνε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου με ρεαλισμό, παραστατικότητα και φυσικά το αγαπημένο χιούμορ του Αύγουστου Κορτώ που δεν αφήνει τίποτα όρθιο…ή μάλλον άπαρτο! Γέλασα και προβληματίστηκα, διασκέδασα και συλλογίστηκα. Όπως πάντα! Εν κατακλείδι: «Το σεξ είναι το απλούστερο πράγμα του κόσμου και το μεγαλύτερο μυστήριο. Και φυσικά, είναι το κορυφαίο κι αγαπημένο εμπόρευμα του καπιταλισμού» (σελ. 21). Αλλά με τόσα που συμβαίνουν στις ζωές όλων μας θέλει συγχρονισμό, ηρεμία και καθόλου στρες. Άρα, τα λέμε στις 30 του Φλεβάρη!

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *