Μια γυναίκα, εγκλωβισμένη στη μοναξιά ενός γάμου, αποφασίζει επιτέλους να πάρει τη ζωή στα χέρια της, μόνο που εκείνη ακριβώς τη στιγμή θα τη χρειαστεί η κόρη της. Τι θα επιλέξει; Ποιος θα σταθεί στο πλάι της; Πόσο δυνατή και πόσο έτοιμη είναι για να σταθεί στο πλάι του παιδιού της; Τι θα γίνει με τον άντρα της;
Βιβλίο Ο τρόπος που λες τ’ όνομά μου
Συγγραφέας Κώστας Κρομμύδας
Κατηγορία Ρομαντικό μυθιστόρημα / Κοινωνικό μυθιστόρημα
Εκδότης Διόπτρα
Συντάκτης: Πάνος Τουρλής
Το μυθιστόρημα του Κώστα Κρομμύδα αφηγείται τη ζωή ενός παντρεμένου ζευγαριού που έχει παραιτηθεί κι έχει αφομοιωθεί από τη ρουτίνα, χωρίς να ξέρει πως το παιδί τους είναι έτοιμο να ανοίξει τα δικά του φτερά, έχοντας πάρει τις δικές του αποφάσεις και φυσικά ξέροντας τι πραγματικά συμβαίνει ανάμεσα στους γονείς του. Δυνατές και ρεαλιστικές σκηνές, χαρακτήρες ίδιοι με τους ανθρώπους που συναντάμε καθημερινά στις ζωές μας, που έχουν γνωστά και διαχρονικά προβλήματα και φοβίες, λιτοί διάλογοι, αναπάντεχες εξελίξεις μου κράτησαν συντροφιά, γεμίζοντάς με διλήμματα, σκέψεις και προβληματισμούς.
Κεντρικό πρόσωπο είναι η μητέρα, μια γυναίκα στα 50, που πορεύεται με ανθρώπους που κάνουν τη μοναχικότητά της δυσβάσταχτη, με μια ζωή όπου οι μήνες και τα χρόνια περνάνε με ιλιγγιώδη ταχύτητα αλλά οι στιγμές κυλούν βασανιστικά αργά. Περνάει από κόσκινο τη σχέση της με τον άντρα της, Στέλιο: «Το να είσαι μόνος όντας μέσα σε σχέση είναι ίσως ένα από τα πιο άβολα συναισθήματα, μιας και αυτό το δέσιμο είναι το πιο δυνατό ου μπορεί να υπάρξει μεταξύ δυο ανθρώπων. Τι γίνεται όμως όταν αισθάνεσαι παντελώς απομονωμένος και αποσυνδεδεμένος από τον άλλον;» (σελ. 12). Ένας σύζυγος που έχει γίνει αδιάφορος, αγενής, πιεστικός, θέλει να γίνουν τα πράγματα όπως ξέρει εκείνος καλύτερα, με κορωνίδα τη σχέση της κόρης τους, η οποία αποφάσισε να φύγει τελικά από το σπίτι. Αυτό θα φέρει μια μεγάλη αποκάλυψη στο φως και τίποτα δε θα είναι ξανά το ίδιο. Οι παρατηρήσεις της αφηγήτριας αντικατοπτρίζουν τη σημερινή πραγματικότητα σε κάθε ανθρώπινη σχέση και δείχνουν πόσο βαθιά και ουσιαστικά ξέρει να παρατηρεί ο συγγραφέας γύρω του και πως καταγράφει όχι για να εντυπωσιάσει ούτε για να δώσει λύσεις αλλά για να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου σε όσους αναγνωρίσουν τον εαυτό τους στις εικόνες που ζωντανεύει με ενάργεια ώστε να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και να βρουν τον πραγματικό τους εαυτό, να δουν τι πραγματικά φταίει στη σχέση τους.
Η κεντρική ηρωίδα έχει κι αυτή, όπως τόσες γυναίκες, τον φόβο της μοναξιάς και της δυστυχίας βαθιά ριζωμένο μέσα της, γι’ αυτό και δεν αντιμετωπίζει τις λύσεις: «Την έτρεμα αυτή τη δυστυχία και γι’ αυτό προτιμούσα τη μετριότητα που τουλάχιστον είχα εξασφαλισμένη» (σελ. 16). Μήπως όμως ήρθε η στιγμή να πάρει αυτές τις αποφάσεις; Μήπως το βάρος που την πιέζει πρέπει να το διώξει και ας γίνει ό,τι είναι να γίνει; Τι επιλέγει κάποιος που φτάνει σε σημείο καμπής; Στασιμότητα και τέλμα ή άγνωστα μονοπάτια; Κι αν μέσα σε όλα αυτά έρθει ο πραγματικός έρωτας στη ζωή της; Πώς θα το χειριστεί; «Μπορείς να σταματήσεις, μπορείς να τρέξεις πιο γρήγορα ή ακόμη και να γυρίσεις πίσω» (σελ. 186). Η κόρη της, Φοίβη, θα τη χρειαστεί σε μια κρίσιμη φάση της ζωής της, με μια απόφαση που θα τινάξει τις ενδοοικογενειακές σχέσεις στον αέρα. Και τώρα; «Η ελπίδα ήταν το μοναδικό μου όπλο εκείνη τη στιγμή. Έπρεπε να τη βρω, για το κορίτσι μου…Όλα όσα είχα φανταστεί για το δικό της αύριο, ξαφνικά έγιναν εύθραυστα» (σελ. 92). Η κοπέλα βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπη μ’ έναν δυνατό εχθρό και ψάχνει να κρατηθεί απ’ όπου μπορεί. Ο σύντροφός της, ο Γιώργος και ο κολλητός της, ο Νίκος, θα της σταθούν, ο πατέρας της όμως κρατάει μια αυστηρή, αδιάλλακτη στάση. Η Φοίβη παραδέχεται: «Παρότι αγαπώ και τους δυο γονείς μου ξεχωριστά, εδώ και χρόνια δεν μπορώ να τους αγαπήσω μαζί. Δεν μπορώ δηλαδή να αγαπήσω τις στιγμές που μοιραζόμαστε οι τρεις μας, γιατί νιώθω πως έχει χαθεί η αγάπη μεταξύ τους» (σελ. 130-131).
Μάνα και κόρη έρχονται ακόμη πιο κοντά και κάνουν ενδιαφέρουσες συζητήσεις με καίρια διαχρονικά μηνύματα γύρω από την αγάπη, τον έρωτα, τις σχέσεις, τα παιδιά. Η μητρότητα είναι ένα ταξίδι δίχως τέλος και θέλει μεγάλη δύναμη και επίγνωση για να αφήσεις το παιδί σου να πετάξει ελεύθερο στη δική του ζωή. Απλώς ελπίζεις να το βοήθησες τόσο όσο να μη σ’ έχει ανάγκη και να σταθεί όρθιο στις δυσκολίες. «Η μάνα είναι και δάσκαλος αλλά και μαθητής. Το ταξίδι δεν είναι μονόπλευρο. Το παιδί της γίνεται συχνά καθρέφτης, θυμίζοντάς της τον ίδιο της τον εαυτό. Τα όνειρα και όσα δεν κατάφερε να ζήσει. Αυτά για τα οποία ίσως μετανιώνει» (σελ. 63-64). Το πιο σημαντικό για ένα παιδί είναι να νιώθει αγάπη, ασφάλεια και σταθερότητα. Και ο έρωτας; «Ο αληθινός έρωτας δεν είναι η αρχή. Είναι αυτά που χτίζεις μετά μαζί με τον άλλον» (σελ. 69). Οπότε, γιατί σβήνει με τα χρόνια; Δε σβήνει, απλώς αλλάζει μορφή! Δίνει τη θέση του στην οικειότητα και μετατρέπεται σε κάτι πιο βαθύ, κάτι που θέλει δουλειά κι από τους δυο για να κρατηθεί ζωντανό για καιρό αλλιώς ξεθωριάζει. «Πρέπει συνεχώς να θυμάσαι γιατί ερωτεύτηκες αυτόν τον άνθρωπο. Πρέπει και εκείνος βέβαια να κάνει το ίδιο…» (σελ. 69). Βασικά: «…η συντροφικότητα απαιτεί ισορροπία, υπομονή και ρεαλισμό» (σελ. 166). Αυτά και πολλά άλλα μηνύματα διαποτίζουν τις σελίδες του γλυκόπικρου αυτού βιβλίου.
Ελάχιστα πράγματα μπορώ ν’ αποκαλύψω για τις εξελίξεις, μιας και το μυθιστόρημα είναι ένα ταξίδι που με γέμισε σκέψεις και προβληματισμούς όσο απολάμβανα τις μη αναμενόμενες εξελίξεις στην οικογένεια Κυριαζή. Ανατροπές, ρομαντισμός, σκληρός ρεαλισμός, αποφάσεις που αλλάζουν ζωές και επηρεάζουν ανθρώπους, ένας υπέροχος και απολαυστικός έρωτας (αχ, «αυτός ο τρόπος που λες τ’ όνομά μου») γιατί ποτέ δεν είναι αργά για μια νέα αρχή και χιλιάδες διαχρονικά μηνύματα πάνω στις σχέσεις, στη μητρότητα, στην τεχνητή γονιμοποίηση με ικανοποίησαν απόλυτα από αναγνωστικής άποψης. Ειδικά όταν πλησιάζουμε στο τέλος, μια απόφαση με βρήκε εντελώς αντίθετο και με έκανε να ανησυχήσω για το μέλλον των ηρώων, ο συγγραφέας όμως είναι πάντα εκεί, να καταγράψει με αντικειμενικότητα και κυρίως με αγάπη προς τους χαρακτήρες που δημιούργησε κάθε συνέπεια και κάθε κίνητρο που οδήγησε στο τέλος του βιβλίου, αφήνοντάς με μ’ ένα αινιγματικό χαμόγελο στα χείλη. Άραγε, ποιος είναι υπέρ και ποιος κατά της τεχνητής γονιμοποίησης και των εναλλακτικών τρόπων κύησης; Ποια είναι τα υπέρ και τα κατά του επιπέδου της τεχνολογίας που έχει φτάσει η ιατρική; Είναι σωστό ή όχι να σταματάμε κυήσεις αν τα έμβρυα είναι βέβαιο ότι θα παρουσιάσουν σοβαρές ασθένειες ή / και σύνδρομα; Είπαμε, ο συγγραφέας είναι ξεκάθαρος: «Δεν επεμβαίνουμε στη φυσική επιλογή, απλώς ενημερώνουμε έγκαιρα για γενετικές ασθένειες που θα αναπτυχθούν… Εμείς προχωράμε και η Πολιτεία οφείλει να θεσπίσει κανόνες και νόμους, έτσι ώστε η χρήση όλων των επιστημονικών επιτευγμάτων να γίνεται για το γενικό καλό και όχι για άλλους σκοπούς» (σελ. 159).
«Ο τρόπος που λες τ’ όνομά μου» είναι ένα γλυκό, τρυφερό μυθιστόρημα-ύμνος στη μητρότητα και στη γυναικεία αυτοδιάθεση, γεμάτο σκέψεις, μηνύματα, προβληματισμούς και ταυτόχρονα μια ιστορία που κυλάει σα γάργαρο νερό: πότε φουσκώνει και πότε κελαρύζει, αφήνοντας πίσω της αισιοδοξία, δύναμη, αυτοπεποίθηση σε όποιον έχει αναγνωρίσει τον εαυτό του στις ζωές των χαρακτήρων. Γιατί: «Δεν είναι όλες οι μοναξιές ίδιες. Άλλος τη βιώνει από αδυναμία, άλλος από ατυχία και άλλος από επιλογή… Η μοναξιά στην πόλη είναι πολλές φορές αόρατη αλλά πάντα παρούσα… Τους τυλίγει όλους, άλλοτε σαν λύτρωση και κάποτε σαν φυλακή» (σελ. 177).