Το δεύτερο βιβλίο με ηρωίδα τη Βιάν Ροσέ, μια γυναίκα με… μαγικές ιδιότητες και ανεπανάληπτη γνώση της σοκολάτας, τέσσερα χρόνια μετά την ιστορία της «Καυτής σοκολάτας», προχωράει την ιστορία ένα βήμα πιο πέρα και τη ζωή της Βιάν ένα βήμα παραπάνω (ή παρακάτω). Το βιβλίο αφορά τις περιπέτειες που ζει μια ανύπαντρη γυναίκα με πλέον δύο κόρες, την εντεκάχρονη Ανούκ και την τετράχρονη Ροζέτ, η οποία είναι ένα κοριτσάκι μάλλον με προβλήματα γιατί δεν έχει μιλήσει ούτε περπατήσει κανονικά ακόμη. Η Βιάν, ως Ιάν Σαρμπονό πλέον, μετά από περιπλανήσεις, εγκαταστάθηκε στη Μονμάρτρη του Παρισιού, ως υπάλληλος σε καφετέρια στην Πλας ντε Φο-Μοναγέρ. Στη ζωή τους μπαίνει η Ζοζί ντε λ’ Αλμπά, στην κυριολεξία μια κακιά μάγισσα, η οποία θέλει δική της την προικισμένη Ανούκ, φτάνοντας στα άκρα. Υπέροχοι και ολοκληρωμένοι ανθρώπινοι χαρακτήρες, τρυφερότητα, ανθρωπιά, προδοσία, έρωτας, υπερφυσικό και μαγεία, όλα πολύ όμορφα και πολύ σωστά δοσμένα.
Βιβλίο Γόβες και γλυκές αμαρτίες
Τίτλος πρωτοτύπου The lollippop shoes
Συγγραφέας Joanne Harris
Μεταφραστής Καίτη Οικονόμου
Κατηγορία Ρομαντικό μυθιστόρημα / Κοινωνικό μυθιστόρημα
Εκδότης Ψυχογιός (εξαντλημένο στον εκδότη)
Συντάκτης: Πάνος Τουρλής
Προσοχή, το κείμενο ίσως να περιέχει spoilers
Έχω συμπαθήσει πάρα πολύ τη Βιάν Ροσέ, την περιπλανώμενη γυναίκα με τα δύο παιδιά, που αγωνίζεται να στεριώσει σε ένα μέρος και να ζήσει επιτέλους ήσυχα και φυσιολογικά. Την ιστορία του βιβλίου αυτού μας την αφηγούνται εναλλάξ η Ζοζί, η Βιάν και η Ανούκ. Η ιστορία φτάνει σε ένα ωραίο σημείο καμπής: η Βιάν έχει μαγικές ιδιότητες και προσπαθεί να προσαρμοστεί ήρεμα σε μια καθημερινή ζωή, χωρίς να εκμεταλλεύεται ξόρκια και φίλτρα. Η Ζοζί όμως είναι αδίστακτη, μηχανορράφος και απατεώνισσα! Τι θα κάνει λοιπόν όταν μπει στη ζωή της Βιάν, ανακαλύψει ότι έχει κι αυτή μαγικές δυνάμεις και η Ανούκ είναι ένα άγραφο χαρτί, πρόθυμο να κατευθυνθεί όπου θέλει η Ζοζί;; Την εκμεταλλεύεται, την εξαπατά, τη φέρνει αντιμέτωπη με την ίδια της τη μητέρα, μόνο και μόνο για να την κερδίσει και να την κρατήσει κοντά της.
Το σατανικό σχέδιο της Ζοζί έχει πολλές παραμέτρους. Στήνει ένα φοβερό δίχτυ εξαπάτησης για τη Βιάν και εκμεταλλεύεται στην κυριολεξία όλες της της αδυναμίες. Μάνα και κόρες παρασύρονται από τη γοητεία της, την απλότητά της, τη φιλικότητά της, την αισιοδοξία της και μπλέκονται βαθιά. Επίσης έχουμε τον Τιερί, έναν άντρα που προσφέρει στη Βιάν ασφάλεια, σιγουριά, σταθερότητα και χρήματα κι η Βιάν δέχεται την πρόταση γάμου του, χωρίς να παραδεχτεί ότι δεν έχει αισθήματα γι’ αυτόν κι ότι στην καρδιά της είναι πάντα ο Ρούσσος, ο πατέρας της Ροζέτ. Ο Ρούσσος έρχεται στο Παρίσι και αρχίζει ένας αγώνας διεκδίκησης ανάμεσα στους δύο άντρες.
Και μέσα σε όλα αυτά έχουμε το καφέ να μεταμορφώνεται μετά το θάνατο της ιδιοκτήτριας σε σοκολατερί, η Βιάν να ξαναπαίρνει τα ηνία της ζωής και με τη βοήθεια της Ζοζί να ξαναγίνεται γνωστή και αγαπημένη με τη σοκολάτα της και το χαμόγελό της. Η Βιάν ξανακάνει φίλους και παρέες, δημιουργεί γύρω της έναν κύκλο, που τη βοηθάει σημαντικά την παραμονή των Χριστουγέννων να οργανώσει ένα πάρτι για το χατήρι της Ανούκ. Παράλληλα, από την πλευρά της Ανούκ, ζούμε τις αγωνίες, τις τύψεις, τις ανασφάλειες, τα ερωτικά σκιρτήματα, τον εκφοβισμό που ζουν τα παιδιά της προεφηβικής ηλικίας στο σχολείο: ζήλιες, κακίες, ανταγωνισμοί, υλικό άφθονο για ντο εκμεταλλευτεί η Ζοζί και να δείξει στην Ανούκ ότι κάπου κάπου πρέπει να χρησιμοποιούμε τη μαγεία υπέρ μας κι ας φανεί αυτό σαν ατύχημα στα μάτια των άλλων, δεν πειράζει!
Άραγε, θα πετύχει η Ζοζί τον σκοπό της; Ο δεσμός που ενώνει μάνα και κόρη είναι ισχυρός ή διαβρώθηκε σημαντικά; Θα παραμείνουν όλοι μαζί ευτυχισμένοι κάπου μόνιμα ή θα ξαναφυσήξει ο άνεμος της αλλαγής; Μεστό, πλούσιο, ολοκληρωμένο, υπέροχο, τρυφερό βιβλίο! Επιτέλους, μια συνέχεια καλύτερη από το πρώτο βιβλίο!
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Όταν είσαι μάνα, ζεις μες στο φόβο. Το φόβο του θανάτου, της αρρώστιας, της απώλειας, των δυστυχημάτων, των αγνώστων, του Μαύρου Ανθρώπου ή απλώς των μικρών καθημερινών πραγμάτων που, όλως παραδόξως, μας πληγώνουν περισσότερο απ\’ όλα: του ανυπόμονου βλέμματος, της θυμωμένης λέξης, του παραμυθιού που έμεινε ανείπωτο, του φιλιού που ξεχάστηκε, της φοβερής στιγμής που η μάνα παύει να είναι το κέντρο του κόσμου της κόρης της και γίνεται άλλος ένας δορυφόρος που κινείται γύρω από ένα λιγότερο σημαντικό ήλιο» (σελ. 46).
«…κι είναι τόσο έντονη η αίσθηση της σιγουριάς και της ασφάλειας ώστε ξεχνώ προς στιγμήν πως είναι χάρτινοι οι τοίχοι μας, γυάλινη η ζωή μας, ότι αρκεί μια πνοή ανέμου για να μας διαλύσει, μια χειμωνιάτικη καταιγίδα για να μας παρασύρει» (σελ. 185).
«Τα παιδιά είναι μαχαίρια, είπε κάποτε η μητέρα μου. Δεν το θέλουν αλλά κόβουν. Γαντζωνόμαστε όμως από πάνω τους -έτσι δεν είναι;- και τα αγκαλιάζουμε ώσπου να τρέξει αίμα» (σελ. 290).