aa889ac8e6ed2d980ccc91a0cf3cde7

Δυο μοναχικές γυναίκες ζουν σ’ ένα νεοκλασικό στα Εξάρχεια, είναι φίλες, κάνουν παρέα η μία στην άλλη, αποτελούν μια διακριτική παρουσία η μία στη ζωή της άλλης, ώσπου η νεότερη κάνει απόπειρα αυτοκτονίας και η άλλη προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει στην ευαίσθητη ψυχή της φίλης της. Τα πράγματα γίνονται χειρότερα όταν η αυτόχειρας κατηγορείται για απόπειρα ανθρωποκτονίας.

Βιβλίο Η φόνισσα των μυρμηγκιών 
Συγγραφέας Πασχαλία Τραυλού
Κατηγορία
Κοινωνικό μυθιστόρημα
Εκδότης Διόπτρα
Συντάκτης: Πάνος Τουρλής

Πρόκειται για ένα συγκινητικό και τρυφερό μυθιστόρημα, αφιερωμένο στη μοναξιά της ανθρώπινης ψυχής, στις συνέπειες του εγκλεισμού κατά τη διάρκεια του κορονοϊού και στον μαγικό κόσμο της λογοτεχνίας και της συγγραφής. Μου σύστησε δυο υπέροχες γυναίκες, απόλυτα αληθινές, με σημαντικό οικογενειακό παρελθόν και ποικίλα ερεθίσματα που δημιούργησαν την ψυχοσύνθεση που παρακολουθούμε να ανατέμνεται χειρουργικά από κεφάλαιο σε κεφάλαιο. Κεντώντας πάνω στις ολοκληρωμένες προσωπικότητές τους, η Πασχαλία Τραυλού μας δείχνει πώς επηρεαζόμαστε όλοι από τις παιδικές μας αναμνήσεις και τα βιώματα των πρώτων χρόνων ζωής, πώς γίνεται κάποιος να δείχνει διαφορετικός απ’ ό,τι πραγματικά είναι και πόσο δύσκολα και με τι κόστος κρύβουμε τον πραγματικό μας εαυτό από τους γύρω μας. Το μυθιστόρημα έχει αρκετές στιγμές μελαγχολίας και κατάθλιψης αλλά κατά βάση είναι αισιόδοξο, μιας και η περιπέτεια στην οποία μπαίνει η Γλυκερία για να κατανοήσει τη φίλη της, Διώνη, έχει γλυκόπικρες στιγμές, λίγο χιούμορ μα πάνω απ’ όλα νότες αυτοπεποίθησης και απαντοχής.

Βρισκόμαστε λοιπόν στα Εξάρχεια, λίγες μέρες μετά την έναρξη της καραντίνας του 2020, σ’ ένα διώροφο νεοκλασικό. Η Γλυκερία Βούρβαχη, η ιδιοκτήτρια, είναι χήρα, με «μια σύνταξη που φάνταζε σαν χαρτζιλίκι μπροστά στην ακρίβεια». Ο εγκλεισμός την έχει θυμώσει γιατί ήρθαν τα πάνω κάτω στην καθημερινότητά της. Περίμενε πώς και πώς να απαλλαγεί από το κάτεργο της θέσης όπου δούλευε και όπου μπήκε με μέσον του νονού της για χάρη του πατέρα της, μιας κι η ίδια δεν το θέλησε ποτέ. «Ένα χαμομηλάκι στο χωράφι της ζωής η Γλυκερία, μια ταπεινή και απόλυτα συμβιβασμένη ύπαρξη, έμοιαζε αόρατη δίπλα στη Διώνη που έκανε τα πάντα για να διαφέρει» (σελ. 13). Έσερνε το ωράριό της, υπέμενε τον εξάψαλμο προϊσταμένων και διευθυντών και επέστρεφε στο σπίτι της, όπου μεγαλουργούσε στην κουζίνα και στο πλέξιμο, πράγματα που αναστύλωναν την καταρρακωμένη της αυτοπεποίθηση: «έκλεινε αεροστεγώς τις πίκρα της μες στα βαζάκια των γλυκών και των μαρμελάδων της, θαρρώντας πως έτσι δεν θα μπορούσαν να το σκάσουν και να πειράξουν την καρδιά της» (σελ. 33). Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο μαθαίνουμε πώς ήταν η ζωή της με τον άντρα της και τα παιδιά τους που πλέον ζουν στο εξωτερικό, «μια επιπολαιότητα πασπαλισμένη με την άχνη του έρωτα και τη στρυχνίνη της ασυνεννοησίας και της ανέχειας» (σελ. 31), ποιες οι σχέσεις των γονιών της μαζί τους και πολλά άλλα.

Από την άλλη έχουμε τη Διώνη Σπυροπούλου, που νοικιάζει το διπλανό διαμέρισμα στον δεύτερο όροφο, «κισσός ολόκληρος που όρθωνε το ανάστημά της πάντα ψηλότερα από τους άλλους, για να έχει τη θέα που ήθελε απ’ τη ζωή» (σελ. 13). Είναι εσωστρεφής και με αδιαφανή ιδιοσυγκρασία, συνάδελφοι και φίλες με τη Γλυκερία, «δυο κόντρα άνθρωποι», με την οποία γνωρίστηκαν στη δημόσια υπηρεσία όπου δούλευαν λίγο πριν η Γλυκερία συνταξιοδοτηθεί. Η Διώνη σχεδιάζει δύο ταξίδια τον χρόνο για να ανασαίνει και να αντέχει την τοξικότητα των συναδέλφων της, γενική διευθύντρια ούσα, με ευθύνες και πιέσεις ανωτέρων, παρ’ όλο που ξεκίνησε μετατρέποντας το καθήκον σε όραμα και την ανία σε έξαψη. Επιπλέον, η Διώνη είναι και συγγραφέας, κάτι που προστέθηκε στις αιτίες χλευασμού στη δουλειά της, έχει γράψει αρκετά μυθιστορήματα κι έχει γίνει αγαπητή από το περιορισμένο αναγνωστικό ελληνικό κοινό. Μαθαίνουμε λοιπόν για τη ζωή της μέσα από μικρά ψήγματα, για την πρωτοφανή δύναμη με την οποία έφυγε από έναν γάμο που δεν την ικανοποιούσε μόλις τακτοποιήθηκε ο γιος της στη ζωή του και για μερικά ακόμη.  Καταγράφονται συγκινητικές στιγμές συντροφιάς και σιωπηλής φιλίας, η ανησυχητική μοναξιά της Διώνης, η σιωπηλή παρουσία της που αντιδιαστέλλεται με την οξυδέρκεια και την πραότητα της Γλυκερίας κι όλα αυτά δημιουργούν έναν τρυφερό και συγκινητικό δεσμό, με ολοζώντανες εικόνες αγάπης και μοναξιάς. Πόσο γλυκό ο ήχος από το πληκτρολόγιο της μίας να έχει γιατρέψει τις αϋπνίες της άλλης!

Photo by Andy Holmes on Unsplash

Τελικά, η Διώνη κάνει απόπειρα αυτοκτονίας και όσα ήξερε και ένιωθε η Γλυκερία για κείνη καταρρέουν. Τα πράγματα γίνονται χειρότερα μάλιστα όταν ο αστυνόμος Μάρκος Ανεμογιάννης ανακοινώνει στη χήρα ότι η φίλη της είναι ύποπτη για απόπειρα φόνου! Προσπαθεί λοιπόν η Γλυκερία βήμα προς βήμα να ξαναμπεί στη ζωή της Διώνης, μέσα από τις κοινές τους αναμνήσεις, μέσα από όσα παρατήρησε, ένιωσε και είδε να ανασυγκροτήσει ολόκληρη την προσωπικότητα της φίλης της, ώστε να δει ποια πραγματικά είναι, να μάθει τι της συνέβη και κυρίως να τη βοηθήσει ουσιαστικά να κερδίσει τη μάχη με τη ζωή. Τελικά βρίσκει ένα πρωτόλειο κείμενο, κάτι μεταξύ ημερολογίου και μαρτυρίας, κι εκεί ανακαλύπτει ανομολόγητα μυστικά. Στις σελίδες του ξεδιπλώνεται όλη η ζωή της Διώνης από την παιδική ηλικία ως το σήμερα μέσα από μια συγκινητική εξομολόγηση καρδιάς και ταξιδεύουμε πίσω στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974, στην Τρίπολη όπου επέστρεψε η οικογένειά της μετά την εισβολή, τον αγώνα που έκαναν μαμά και παππούς να μεγαλώσουν σωστά εκείνη και την αδελφή της, πώς γνωρίστηκαν οι γονείς της, πώς ήταν η πόλη και ο κόσμος εκείνη την εποχή από ηθικής και όχι μόνο πλευράς, πόσο σκληρά και ψυχρά διαπαιδαγωγήθηκε από μια μάνα που ήξερε μόνο το ξύλο και πολλά άλλα. «Τα τραύματα αυξάνονταν και πληθύνονταν όσο η πίεση θέριευε και η καταπίεση τσαλάκωνε περισσότερο την ήδη τραυματισμένη μου παιδικότητα» (σελ. 200).

Καίρια ερωτήματα τίθενται από τη συγγραφέα για την ανατροφή των παιδιών και το πώς διαμορφώνονται οι χαρακτήρες μας: Φταίει η μάνα ή το παιδί; Το παιδί αναπόφευκτα θα «μαϊμουδίσει» την ανατροφή από τον γονιό στο δικό του, σωστά; Τι συνέπειες έχεις να αποφασίζεις για το παιδί σου χωρίς να το ρωτάς τι πραγματικά θέλει; «…οι γυναίκες σέρνουμε σαν βαρίδια τα ελλείμματά μας και η μητρότητα από μόνη της δεν μας καθαγιάζει και δεν διαλύει τα σκότη μας» (σελ. 203). Σκληρές και τρυφερές εικόνες εναλλάξ, η αφοσίωση της μικρής Διώνης στη μελέτη και στο διάβασμα, η αντιδιαστολή με την πιο επαναστατική αδελφή της, η επανάσταση μετά την εφηβεία, οι προσπάθειες της Διώνης να ισορροπήσει ανάμεσα στα θέλω της και στα πρέπει της μάνας της, νέοι πόλεμοι σε κάθε φάση της ζωής της, ο έρωτας στη σκιά του φόβου και πάνω απ’ όλα το καταφύγιο στη συγγραφή, σκηνές από τη ζωή μιας πεταλούδας φυλακισμένης στο κουκούλι μιας κάμπιας. Η προσωπικότητα της Διώνης αναδύεται μέσα από ένα κείμενο-ποταμό που ίσως αδυνατίζει την ένταση που δημιουργούν τα αίτια της αυτοκτονίας και το αν και κατά πόσο είναι όντως ένοχη, εξ ου και θα προτιμούσα να υπήρχαν αυτά τα ψήγματα διάσπαρτα στο μυθιστόρημα σε αντιδιαστολή με το σήμερα. Παρ’ όλ’ αυτά, τα άψογα ψυχογραφήματα, οι συναρπαστικές ιστορίες της ζωής της Διώνης και τα καίρια διαχρονικά μηνύματα με κράτησαν ως το τέλος, όπου κι ανταμείφθηκα, μιας και αρχίζει να εμφανίζεται μια καλοπλεγμένη σκευωρία που οδήγησε την πρωταγωνίστρια σε αυτά τα απονενοημένα διαβήματα. Αυτές οι νέες εξελίξεις που φέρνουν στην επιφάνεια το απόλυτο κακό με γέμισαν αγωνία, έβαλαν τα τελευταία κομμάτια του παζλ στη θέση τους και με οδήγησαν σ’ ένα τέλος λυτρωτικό.

Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο σε τριτοπρόσωπη γραφή κυρίως, μέχρι να φτάσουμε στη γραπτή εξομολόγηση της Διώνης, οπότε έχουμε εναλλαγή με πρωτοπρόσωπη. Μου άρεσε μάλιστα που επιλέχθηκε στην κρίσιμη στιγμή η οπτική γωνία του Λεωνίδα, του σπάνιελ της Διώνης, που χάλασε τον κόσμο όταν λιποθύμησε η αφεντικίνα του κι έτσι τη βρήκε η Γλυκερία. Η συγγραφέας έχει δύο κύριους θεματικούς άξονες αναφοράς: τον μαγικό κόσμο της συγγραφής και τις συνθήκες και τις συνέπειες του κορονοϊού. Μέσα από φράσεις γνωστών συγγραφέων (Έλενα Φεράντε και Γκιγιόμ Μουσό δίπλα στον Όσκαρ Ουάιλντ και τον Τζον Ίρβινγκ κ. ά.) και καταθέσεις ψυχής της ίδιας της Πασχαλίας Τραυλού διαπιστώνουμε πόσο όμορφο και πόσο σκληρό είναι να είσαι συγγραφέας, άλλος ένας από αυτούς που «μοχθούσαν πάνω από τα χαρτιά τους για να κερδίσουν το έπαθλο της λύτρωσης που προσφέρει η έκφραση». Πόσο σημαντική είναι γι’ αυτούς η «αλαφροΐσκιωτη αταραξία» τους και πόσο όμορφη εικόνα δίνει η «απόκοσμη γαλήνη» στο βλέμμα τους όσο είναι βυθισμένοι στο γραπτό τους. Η δημιουργός του βιβλίου δε χαρίζεται: «Οι συγγραφείς καθορίζονται από τις ψυχικές πληγές τους…και η πρώτη ύλη για να εκφραστεί κανείς συγγραφικά ήταν η τραγικότητα με την οποία τις προσέγγιζαν» (σελ. 78). «Κι αν τύχει κι ευτυχήσει ένας συγγραφέας, τότε πρέπει να επινοήσει ένα τραύμα για να μπορέσει να ξαναγράψει» (σελ. 82). Έχει θέση αυτός ο ρομαντισμός, αυτή η δικλείδα ασφαλείας που μας απομακρύνει από τα δύσκολα, στη σημερινή εποχή; «…το να είναι κάποιος συγγραφέας σε έναν κόσμο που καταπίνει ό,τι αδυνατεί να καταλάβει είναι μια πράξη ηρωική και όχι απλώς ένα έργο με αμοιβή» (σελ. 481).

Photo by Jenny Chambers on Unsplash

Από την άλλη, καταγράφονται όλοι οι φόβοι, οι ανασφάλειες, η οργή των ανθρώπων που κλείστηκαν στα σπίτια τους κατά τη διάρκεια του κορονοϊού, μέσα από υποκειμενικές απόψεις και ρεαλιστικές περιγραφές. Όλα αυτά: «…διέλυσαν τις αντιστάσεις που έχουν οι άνθρωποι στην τρέλα, στην κατάθλιψη και στη βία, με συνέπεια να κατακρεουργούν άλλοι τον διπλανό τους και άλλοι τον ίδιο τον εαυτό τους « (σελ. 128). Επίσης, η ματιά της συγγραφέως είναι διεισδυτική και η γραφή της στήνει με ενάργεια και ζωντανεύει την περιοχή των Εξαρχείων: «Είχε θέα…σε όλο, τέλος πάντων, τον παράδοξο συρφετό αλλοπρόσαλλης ανθρώπινης δυστυχίας, φανατισμού και χαλαρότητας, που μπορούσε να προσφέρει τροφή στη σκέψη και πρωτότυπες ιδέες στο γόνιμο μυαλό μιας συγγραφέως» (σελ. 13). Εξίσου ζωντανά αποδίδεται και η ατμόσφαιρα σε μια δημόσια υπηρεσία, ήδη από τη δεκαετία του 1960: «υπήρχαν άφθονες κερκόπορτες και ελάχιστες δικλείδες ασφαλείας από επίορκος τυχοδιώκτες ή μακρυχέρηδες». Άλλωστε, αυτό είναι και το εργασιακό περιβάλλον της πρωταγωνίστριας, η μισή της ζωή, η αρένα όπου θα στηθεί μια μεγάλη δολοπλοκία εις βάρος της, εξ ου και τα, ίσως υπερβολικά λεπτομερή, πραγματολογικά στοιχεία περί ιεραρχίας, νόμων, τρόπου εργασίας και εξυπηρέτησης κλπ.

«Η φόνισσα των μυρμηγκιών» είναι ένα δυνατό, βαθιά ανθρώπινο και άκρως ρεαλιστικό μυθιστόρημα που δείχνει το μέγεθος αντοχής της ανθρώπινης ψυχής, αφήνει τις εξελίξεις να στηλιτεύσουν από μόνες τους τις συνέπειες ανατροφής που επιλέγουν ορισμένοι γονείς (κυρίως από άγνοια και ως φερέφωνα των αντιλήψεων των δικών τους γονιών) και μας ταξιδεύει στον σκληρά μαγικό και μαγικά σκληρό κόσμο της γραφής. Το κοριτσάκι που πατούσε τα μυρμήγκια με το ποδήλατό του είναι τελικά αθώα ή ένοχη; Γιατί αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει; Επιτέθηκε όντως στη γυναίκα που τώρα χαροπαλεύει στο νοσοκομείο; Τι ρόλο παίζει το σπουργιτάκι που τρυπώνει στο σπίτι της Διώνης όσο ψάχνει η Γλυκερία την αλήθεια; Πόσο εύκολο είναι να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας, σπάζοντας τον συνεκτικό δεσμό με τους γονείς μας; Μια πραγματικά αξέχαστη και βαθιά ανθρώπινη ιστορία.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *