333601195_3451138155170795_494826252208176939_n

Ο Στιβ Τζόουνς, διευθυντής λυκείου σε φημισμένο ιδιωτικό σχολείο της Βοστόνης, έρχεται σ’ ένα νησί του Αργοσαρωνικού με τη γυναίκα του, Σέριλ, για να γιορτάσουν τα 25 χρόνια γάμου σε έναν εναλλακτικό προορισμό, με περπάτημα, ψάρεμα και άλλες υπαίθριες δραστηριότητες. Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα ανάμεσά τους; Από ποιον δέχεται μηνύματα ο Στιβ το βράδυ πριν τη δολοφονία του; Ποιος τον σκότωσε και μετέφερε το πτώμα του στο Διαβολονήσι; Γιατί του έβγαλε τα μάτια και του έκοψε τη γλώσσα; Τι σχέση έχει με όλα αυτά ο νοητικά καθυστερημένος Μουγκο-Θόδωρος που ανακάλυψε το πτώμα του και ποιος θέλει να τον παγιδέψει;

Βιβλίο Έγκλημα στο Διαβολονήσι 
Συγγραφέας Μαίρη Χαρπαντίδου
Κατηγορία Αστυνομικό μυθιστόρημα

Εκδότης Memento
Συντάκτης: Πάνος Τουρλής

Η Μαίρη Χαρπαντίδου έγραψε ένα πολύ δυνατό και γεμάτο διεισδυτικά ψυχογραφήματα αστυνομικό μυθιστόρημα που δε με άφησε σε ησυχία μέχρι να το τελειώσω. Κατέστρωσε προσεκτικά την πλοκή και την ξεδίπλωσε με τέτοιο τρόπο που έμπλεξε σταδιακά τους πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος μεταξύ τους όσο αποκάλυπτε δεύτερες, κρυφές ιστορίες τους που όλες γεννούσαν κίνητρα για δολοφονία. Η κλειστή κοινωνία δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τα πράγματα αφού τα μεν κουτσομπολιά δίνουν και παίρνουν μπερδεύοντας την αλήθεια με τη φαντασία ενώ τα πραγματικά γεγονότα δύσκολα βγαίνουν στην επιφάνεια γιατί «τι θα πει ο κόσμος». Η δράση εκτυλίσσεται στο νησί του Αργοσαρωνικού που γειτνιάζει με την ακατοίκητη βραχονησίδα Διαβολονήσι, όπου πλέον καταφεύγουν μόνο ζευγαράκια για ρομαντική βαρκάδα ή παρέες για ξέφρενα πάρτι. Είναι εντυπωσιακός ο θρύλος που έδωσε το όνομά του στο μέρος και εξηγεί γιατί κανείς δεν ασχολήθηκε με αυτό το όμορφο νησί από άποψη τουρισμού και επενδύσεων. Ωραίες και παραστατικές οι περιγραφές του, με το δάσος του, τις παραλίες του, τα μονοπάτια του, τα κρυφά σημεία του, μέρη που ίσως διευκολύνουν τον δολοφόνο, ίσως κι όχι, τοποθεσίες που ο Μουγκο-Θόδωρος ξέρει απ’ έξω κι ανακατωτά αλλά αυτό μόνο μπελάδες θα του φέρει.

Την υπόθεση αναλαμβάνει ο αστυνόμος Πολύκαρπος Ηλιάδης, επικεφαλής του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής που έρχεται συχνά στο νησί για διακοπές. Είναι παντρεμένος με τη Μυρτώ, η οποία εγκατέλειψε τη δικηγορία για να μεγαλώσει την κόρη τους, Χαριτίνη, ουσιαστικά μόνη αφού η δουλειά του Ηλιάδη δεν έχει ωράρια κι αυτό το πρόβλημα τελευταία άρχισε να γιγαντώνεται ανάμεσά τους. Τα πράγματα χειροτερεύουν με τις εξελίξεις της υπόθεσης κι έτσι το γυαλί ραγίζει οριστικά (ή ίσως κι όχι) και σταδιακά διαπιστώνουμε πως ο Πολύκαρπος ίσως να αφοσιώθηκε στη δουλειά του ακριβώς για να μη συμμετέχει στην ανατροφή ενός παιδιού με οριακή νοημοσύνη και Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής. Πόσο λάθος κάνει όμως θα το καταλάβει σύντομα και θα βρεθεί προ των ευθυνών του. Ο Πολύκαρπος ακολουθεί ανορθόδοξες μεθόδους επίλυσης εγκλημάτων, μιας και συχνά κάνει διαλογισμό, κάτι που τον οδηγεί να παρατηρεί τις υποθέσεις «απ’ έξω», με αντικειμενικότητα και σφαιρικότητα κι έτσι να βρίσκει τη λύση. Δεξί του χέρι είναι η αρχιφύλακας Μάρα Αλεξιάδη, την οποία η κόρη του λατρεύει κι έχουν γίνει φίλες, μια αναρχοαυτόνομη, πεισματάρα, ανεξάρτητη γυναίκα αλλά ταυτόχρονα υπάκουη στους κανόνες αστυνομικός και υπόδειγμα συναδέλφου. Είναι άκρως τυπική και γνώστης υπολογιστών, με την ηλεκτρονική παρείσφρηση (hacking) να είναι το χόμπι της. Φτάνει στο νησί για να βοηθήσει στην υπόθεση, χωρίς να ξέρει όμως πως επιτέλους ο έρωτας θα της χτυπήσει την πόρτα. Μαζί τους βρίσκονται ο διοικητής του νησιού και παλιός γνώριμος του Ηλιάδη Ανδρέας Φωτάκης και ο υπαστυνόμος Κωνσταντίνος Μαθιουδάκης της Ασφάλειας Πειραιά που θέλει να αναλάβει την έρευνα πριν του την πάρει η ΓΑΔΑ, μόνο που στην πορεία τα πράγματα θα έρθουν αντίθετα απ’ ό,τι περίμενε και θα διαπιστώσει πως ο Πολύκαρπος Ηλιάδης είναι ένα πολύ μεγάλο σχολείο!

Από την αρχή μαθαίνουμε τι συνέβη στον Στιβ, πώς και γιατί βρέθηκε με τον άνθρωπο που τον σκότωσε, πώς πέθανε, μόνο που ο δολοφόνος ούτε κατονομάζεται ούτε περιγράφεται ενώ ο ευρύτερος κύκλος του με τον οποίο συναναστρέφεται στη συνέχεια ποτέ δε διασταυρώνεται με τους ήρωες του μυθιστορήματος παρά μόνο όταν πρέπει κι αυτό εντείνει την αγωνία. Ξεκινάνε λοιπόν οι έρευνες που θα οδηγήσουν στην αλήθεια και στην αποκάλυψη της ταυτότητας του ενόχου, οπότε έχουμε ανακρίσεις, υπόπτους από τον κύκλο των Τζόουνς στις διακοπές τους και από το νησί και πολλά άλλα. Δράση και αντίδραση, αλλεπάλληλα γεγονότα που θα οδηγήσουν σε αποκαλύψεις που με άφησαν άφωνο, μικρές λεπτομέρειες που ξεπηδούν σε κρίσιμα σημεία κι αρχίζουν να ενώνουν τα κομμάτια ενός πολυεπίπεδου παζλ με ενδιαφέρουσα κεντρική ιδέα είναι πολύτιμες ψηφίδες για τη διαλεύκανση του εγκλήματος. Βέβαια, τον ένοχο τον εντόπισα κάποια στιγμή, αφού η συγγραφέας δεν κρατάει κλειστά τα χαρτιά και θέλει ο αναγνώστης να είναι μέρος του παιχνιδιού, δεν είχε όμως σημασία γιατί η δράση εξακολουθούσε να είναι καταιγιστική και να οδηγεί σ’ ένα, όπως αποδείχθηκε, λυτρωτικό τέλος.

Εκτός από τον κεντρικό θεματικό άξονα, για τον οποίο δε θα γράψω κάτι για να μη χαλάσει η έκπληξη, υπάρχουν κι άλλα συγκινητικά διαχρονικά και πανανθρώπινα μηνύματα που βγαίνουν από τις πράξεις και τις σκέψεις των ηρώων, όπως τα μειονεκτήματα της κλειστής κοινωνίας και της χιλιοειπωμένης φράσης «τι θα πει ο κόσμος», της καταπίεσης του εαυτού μας ώστε να χωρέσει στα κουτάκια που οι άλλοι θέλουν για μας, στην έλλειψη αυτοπεποίθησης και πόσο στραβά μπορεί να πάει το πράμα χωρίς την κατάλληλη ψυχολογική υποστήριξη, καθώς και για την απέραντη αγάπη της μητέρας. Σχεδόν δάκρυσα στο σημείο που μια μάνα βρέθηκε σε τρομερό δίλημμα όταν η πραγματικότητα έσκασε μπροστά της: σταμάτησε να βλέπει χωρίς να κοιτάει, έπαψε να καταλαβαίνει χωρίς να το παραδέχεται, είδε ότι φταίει χωρίς να το θέλει, αλλά όταν φτάνει ο κόμπος στο χτένι τι θα κάνει; Θα υποστηρίξει το παιδί της ή θα το προστατέψει; Πόσο τρυφερά και δύσκολα τα λόγια της σ’ εκείνο το κεφάλαιο, πόσο λανθασμένες αλλά ποτισμένες με αγάπη οι σκέψεις της, με πόση φροντίδα δοσμένος ο ψυχισμός της. Ξεπηδά μια αναπάντεχη ανθρωπιά, που με έβαλε σε μια θέση απροσδόκητη, τα διλήμματα της μάνας έγιναν και δικά μου και πολέμησαν με τη δίψα μου για απόδοση δικαιοσύνης. Στον αντίποδα έχουμε τη μάνα του Μουγκο-Θόδωρα, του άκακου πλάσματος που τον αγαπάει όλο το χωριό αλλά παγιδεύεται στην υπόθεση και η συγγραφέας καταγράφει με σεβασμό τη στάση της κυρα-Δέσποινας απέναντι στην κοινωνία του νησιού, με πόση αξιοπρέπεια δέχεται κάθε κριτική, με πόση αγάπη καταφέρνει να βρει τον σωστό τρόπο για να ηρεμήσει ο γιος της και να μιλήσει, με πόση ένταση παίρνει θέση μάχης όταν επιτίθενται λεκτικά στον γιο της. Χήρα από νωρίς, κατάφερε να μεγαλώσει καλά το ιδιαίτερο παιδί της και να το βοηθήσει να γίνει εν μέρει ανεξάρτητο. Εξαίσια ψυχογραφήματα που έρχονται και κουμπώνουν στη σωστή καταγραφή και των υπόλοιπων χαρακτήρων, κάτι που δίνει ρεαλισμό, ανθρωπιά και ποικίλα συναισθήματα στο μυθιστόρημα.

«…στο μυαλό του δολοφόνου κάθε πράξη του έχει ένα πολύ συγκεκριμένο και ξεκάθαρο νόημα. Όλα γίνονται για κάποιον λόγο κι εξυπηρετούν έναν σκοπό» (σελ. 230). Γι’ αυτό τα κίνητρα φαίνονται δυσεξήγητα, γι’ αυτό η υπόθεση περιπλέκεται, ο Πολύκαρπος Ηλιάδης όμως δεν υπαναχωρεί, δεν τα παρατάει. Βήμα προς βήμα και ακολουθώντας τις μεθόδους του, μιλώντας με τους χαρακτήρες του βιβλίου, τον ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου Θέμο, τη Χαρά, τον καφετζή κυρ-Παντελή, τη Λίζα και άλλους οδηγείται αργά αλλά σταθερά στην επίλυση του γρίφου. Η καλοσχεδιασμένη πλοκή, οι ρεαλιστικοί και σύντομοι διάλογοι, οι λίγο πιο αναλυτικές και λεπτομερείς απ’ όσο θα ‘πρεπε περιγραφές των τόπων και του τρόπου σκέψης των πρωταγωνιστών είναι μερικά μόνο από τα θετικά χαρακτηριστικά ενός πραγματικά καλού βιβλίου, γεμάτου ανθρωπιά, συναισθήματα και ενδιαφέροντα κοινωνικά μηνύματα.

Leave a Reply

Your email address will not be published.