441868646_3346083835684794_554073973262448893_n

Ο ζωγράφος Τζάνι Μπόνταλης αναθέτει στον ντετέκτιβ Στάθη Παντελιά να βρει τη γυναίκα του, Μέρσι, που έχει πέσει θύμα απαγωγής, μόνο που τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Σύντομα ο Παντελιάς θα βρεθεί αντιμέτωπος με μια σειρά ψεμάτων, εξαπάτησης και μυστικών και θα καταλήξει να αναζητάει ένα πτώμα που εμφανίζεται και εξαφανίζεται κατά το δοκούν. Τι απέγινε όμως η μυστηριώδης και αδίστακτη Μέρσι; Τι σχέση έχει η εξαφάνισή της με ένα κύκλωμα πλαστογραφίας πινάκων;

Βιβλίο Μέρσι 
Συγγραφέας Κωνσταντίνα Μόσχου
Κατηγορία Χιούμορ / Αστυνομικό μυθιστόρημα

Εκδότης Bell
Συντάκτης: Πάνος Τουρλής

Η Κωνσταντίνα Μόσχου συνεχίζει με αμείωτο κέφι και με σεβασμό προς τον αναγνώστη να γράφει ιστορίες με τον ντετέκτιβ που μασάει μαστίχες Χίου και μπλέκει σε κωμικοτραγικά περιστατικά. Η συγγραφέας καταστρώνει και πάλι μια άψογη και υποδειγματική πλοκή με αναπάντεχες αποκαλύψεις, χαρακτήρες με διττούς ρόλους, προδοσίες, απάτες και παράλληλες πορείες που διασταυρώνονται ευφάνταστα, μόνο και μόνο για να αλλάξουν δρόμο πριν ανταμώσουν ξανά. Η νέα υπόθεση κλιμακώνεται σταδιακά, η ζωή του ζωγράφου είναι πιο μπερδεμένη απ’ όσο δείχνει, μυστηριώδη κλειδιά εμφανίζονται και δεν ξέρουμε τι ανοίγουν, ένα πτώμα δεν είναι αυτό που φαίνεται (όχι, πτώμα είναι αλλά ποιανού είναι), παράνομες κόντρες αυτοκινήτων αναστατώνουν το Κερατσίνι ενώ σαφέστατες υπόνοιες για χοντρό παιχνίδι πλαστογράφησης έργων ζωγραφικής παραμένουν φήμες αφού δεν μπορεί κανείς να βρει τις αποδείξεις και τον βαθμό εμπλοκής του Μπόνταλη. Οι σοφιστείες του εικαστικού, η προσπάθειά του να αποτυπώσει το χρώμα της ρωγμής στους πίνακές του, ο αγώνας του να δείξει την απόσταση ανάμεσα στους ανθρώπους στα έργα του προκαλούν θυμηδία ή ακόμη και ακράτητα γέλια, τα οποία κόβονται με το μαχαίρι όσο προχωράει η υπόθεση και βυθιζόμαστε όλο και περισσότερο στην ιστορία και στις τραγικές για κάποιους συνέπειές της. Από την άλλη, η Μερσέδες Αλόνσο ή Μέρσι είναι μια αδίστακτη γυναίκα που από pole dancer στην Αγγλία κατέληξε συνοδός πολυτελείας στη Βαρκελώνη και τώρα, με βάση τη Μύκονο, υπάρχουν φήμες πως έχει στήσει δίκτυο πωλήσεων πλαστών πινάκων ζωγραφικής μεγάλης αξίας μαζί με τον κομμωτή της, Γιώργο Λακωνιάτη: «Χτενίζει του φαλακρού το κεφάλι και ξυρίζει του σπανού τα γένια» (σελ. 32), έτσι λένε στην πιάτσα, όταν βέβαια δεν κουτσομπολεύουν για τις υποτιθέμενες ή και όχι ερωτικές του σχέσεις με τη Μέρσι.

Μια βεντάλια χαρακτήρων δρα και σε αυτό το βιβλίο, κάνοντας τα πράγματα πιο δύσκολα και περίπλοκα ως προς τον αριθμό των ενόχων και των υπόπτων. Ανάμεσά τους ξεχώρισα την Άντα, μοντέλο του Μπόνταλη, η οποία χαλαρώνει επίσης με μαστίχες Χίου και ο ρόλος της στην ιστορία είναι άρτια ισορροπημένος ανάμεσα στην προδοσία και στην υποστήριξη. Επίσης, αγάπησα πολύ τον «Μόγλη», ένα παιδί που ζει στις ερημιές, παραμελημένο ακόμη κι απ’ την Πρόνοια, ένας μικρός ήρωας που παίζει έναν απρόσμενο μα καταλυτικό ρόλο στην ιστορία. Ισορροπεί ανάμεσα στην αλητεία και στην αθωότητα της ηλικίας του, εκβιάζει αλλά και βοηθάει, κρύβει πράγματα, ψάχνει για αγάπη. «Το αγόρι ήταν πεινασμένο, βρόμικο, μοναχικό, το ποδήλατό του παμπάλαιο και ταλαιπωρημένο αλλά εκείνο έτρεχε κι είχε όλο τον κόσμο στα χέρια του…δεν είχε τίποτε παρά μόνο τη ζωή του» (σελ. 155). Έχουμε και μια ψυχίατρο, την πιο κωμική απ’ όλες τις νότες του βιβλίου, την Ιουλία Τσατάλου, η οποία καταφέρνει να χρεώσει τον Παντελιά εν είδει ψυχοθεραπείας την ώρα που εκείνος την επισκέφθηκε για μια ανάκριση! Φυσικό ήταν λοιπόν ο τελευταίος να ανταποδώσει με μια ειρωνεία που σπάει κόκαλα: «Τσατάλου; Μήπως από την έκφραση «τσατάλια τα νεύρα»;

Στο «Μέρσι», η υπόθεση ξεδιπλώνεται alla prima, που λένε και στη ζωγραφική, όπου κάθε στρώση ψέματος ή αλήθειας σκεπάζεται επιδέξια με επόμενη στρώση, προτού φανερωθεί το λάθος ή το σωστό! «…όλες οι υποθέσεις έχουν αρχικά λάθος εκτιμήσεις» (σελ. 166), καταλήγει κάποια στιγμή ο ντετέκτιβ, ο οποίος, από ένα σημείο και μετά, μπλέκεται σ’ ένα παιχνίδι ψεμάτων και απάτης όπου τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται και κανένας δεν είναι αυτό που δείχνει, με αποτέλεσμα να εξοργιστεί με το παιχνίδι που παίζεται στην πλάτη του και να ακολουθήσει χαμούλης. «Σαν μια παρτίδα σκάκι όπου υποψιάζεσαι την κίνηση του αντιπάλου αλλά δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα εκείνος να την κάνει κι αυτό τα ανατρέπει όλα» (σελ. 216). Η Κωνσταντίνα Μόσχου επέστρεψε με ένα έξυπνο και ισορροπημένο αστυνομικό μυθιστόρημα, γεμάτο ένταση, ανατροπές, κωμικές σκηνές, εκπλήξεις και ολοζώντανους καθημερινούς διαλόγους. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση βοηθάει τον αναγνώστη να καταλάβει την ψυχοσύνθεση του ντετέκτιβ και να γνωριστεί καλύτερα με το επαγγελματικό και το προσωπικό του περιβάλλον. Η σχέση του με την Τζέσυ Καραπιπέρη, που θεωρεί τον εαυτό της τραγουδίστρια υψηλών προδιαγραφών και άγεται και φέρεται για μια καριέρα, εξακολουθεί να τον ταλαιπωρεί, μόνο που επιτέλους αρχίζει να βλέπει σοβαρά τη σχέση τους, παρόλο που αποφεύγει να το δείξει για να μη χάσει τη σκληράδα του. Είναι πιστός στο καθήκον, πολέμιος του άδικου, επιμένει να βρει τη λύση στις δουλειές που αναλαμβάνει και σκέφτεται πολύ απλά. Τώρα βυθίζεται στον κόσμο της τέχνης, έναν χώρο που δε γνωρίζει καθόλου και προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει: εκβιασμός, απαγωγή, δίκτυο πώλησης πλαστών πινάκων όπου τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται αρχικά;

Στο πλάι του ντετέκτιβ συναντάμε παλιούς γνώριμους από προηγούμενες περιπέτειές του, εκ των οποίων ο καθένας βάζει κι από ένα λιθαράκι στην εξιχνίαση της υπόθεσης ενώ κάποιοι αλλάζουν στάση και χαρακτήρα, σβήνοντας διαμιάς το παρελθόν τους: τον ανυπέρβλητο καφετζή Σωτήρη με τις καλλιτεχνικές πορτοκαλάδες του, με ένα εύστροφο μυαλό που παίρνει μπρος σε ακανόνιστα διαστήματα, τον αστυνόμο Χαραλάμπους που εργάζεται στην αγαπημένη μου θέση των πληροφοριών, όπου βρίσκεις παντού χαρτιά, στοιβαγμένα ή απλωμένα, ντοσιέ και σκόνη, τον αρχηγό Γεώργιο Παπαμιχαήλ, που δε θέλει τον Παντελιά στα πόδια του ενώ ταυτόχρονα αγωνίζεται να δικαιολογήσει τον μισθό του εν όψει των άλυτων κατά συρροή εγκλημάτων, τον Χάρη Νικολάκη, γνωστό δικηγόρο που ανακατεύεται με διασημότητες, τον ιατροδικαστή Πελοπίδα Αλιάκμονα που πάντα δίνει την πιο τρελή αλλά ίσως και την πιο σοφή συμβουλή και μαζί με τον Παντελιά αναπολούν τα σχολικά παιδικά τους χρόνια που τους έδεσαν με αυτήν τη γερή φιλία, την κοπέλα του Πελοπίδα πλέον Μαίρη Καστοριάδου, αστυνομικό-μοντέλο και ανιψιά του Παπαμιχαήλ, τον πιστό, άτεγκτο και απρόσιτο αστυνόμο Λευτέρη Σιγανό, δεξί χέρι του αρχηγού και φυσικά την Αθηνά, ένα ιγκουάνα που χάρισε η Τζέσυ στον αγαπημένο της και που, παρ’ όλο που κάθεται ακίνητο, καταβροχθίζει ό,τι υπάρχει στο γραφείο του.

Το «Μέρσι» είναι ένα μυθιστόρημα που μπλέκει αριστοτεχνικά την αλήθεια με το ψέμα, αλλάζει θέσεις στους υπόπτους και πότε τους φέρνει προς το φως και πότε προς το σκοτάδι, ξεκινάει με μια απαγωγή κι ένα πτώμα που εξαφανίζεται για να συνεχίσει με σταδιακά βήματα που θα μας οδηγήσουν στην καρδιά ενός δικτύου πλαστογραφίας και στη συνέχεια βάζει τα πιόνια του παιχνιδιού στη σωστή τους θέση. Πρόκειται για ένα κείμενο που δεν έχει αίματα ούτε σκληρές εικόνες ενώ ταυτόχρονα η κωμικότητα που ενυπάρχει ανάμεσα στις σελίδες είναι έτσι τοποθετημένη που να μην υποβαθμίζει τη «σοβαρότητα» των περιστατικών. Επιπλέον, το γέλιο προκαλείται αβίαστα όχι τόσο από ατάκες όσο από την αλληλουχία των γεγονότων ή την τραγική ειρωνεία που εμφανίζεται κάπου κάπου.  Η συγγραφέας ξέρει να παίζει καλά με το μυαλό του αναγνώστη και τον προ(σ)καλεί σε μια περιπέτεια διαφορετική από τις άλλες. Επιπλέον, η νέα υπόθεση που θα αναλάβει ο Παντελιάς θα τον φέρει κοντά στον θάνατο και θα του αλλάξει τον τρόπο σκέψης. Θα βρεθεί σε μεγάλο κίνδυνο και θα καταλάβει πως η ζωή πρέπει να είναι γεμάτη και όχι εύθραυστη και στερεοτυπική. Μήπως ήρθε η στιγμή να αλλάξει σελίδα και να τ’ αφήσει όλα πίσω του; Αλήθεια, το ιγκουάνα Αθηνά τι γνώμη έχει επ’ αυτού;

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *